Δεν τα φέρνει ο χρόνος -μου λένε-,
ίσως όμως τα φέρνει ο τόπος,
ίσως και το ταχυδρομικό περιστέρι που έμεινε να σημαδεύει μιαν άλλη εποχή,
στο γκρί και στο άσπρο των φτερών του.
Για χρόνια -μου λένε- πως σκορπίζομαι στους δρόμους,
ανήμπορη κι ανίκανη να μαζέψω την διαμελισμένη υπόστασή μου.
Αναρωτιέμαι πού τελειώνει αυτό το ανούσιο δόσιμο.
Αν είμαστε άφθαρτοι και αιώνιοι γιατί πονάω κάθε που φθείρεται η σάρκα ή τα οστά μου;
Γιατί βουβαίνει ο σφιχτός βρόχος μέσα μου χωρίς να λύνεται σε δάκρυ κάθαρσης;
Υπο/μονή -μου λένε- για όσο καιρό απλώνεται μπροστά μου,
για όσο κάνει η ανάρρωση να δέσει την ραγισμένη μου υπο-στήριξη.
Υπόμεινα την μοναχικότητα, αλλά όχι τη μοναξιά του κόσμου
κι αν νιώθω ότι βρίσκομαι σε αδιέξοδο
είναι γιατί χαζεύω πολλές ώρες την απεραντοσύνη της θάλασσας
και νοσταλγώ την ελευθερία μου.
Deus
ex
machina
Περιμένω το χέρι σου, να με τραβήξει σ' ένα χορό μεθυσμένο
να μοιραστούμε τις συγνώμες που χρωστάμε στον εαυτό μας
και στους αγαπημένους μας
κι ύστερα να ησυχάσουμε κάτω απ' την ξαστεριά
της αγκαλιάς που μας γέννησε.
Με συγχωρείς τώρα;
Ξέρω πως στο ζητώ κάπως αδέξια και κάπως άχρονα
αλλά νομίζω πως ήρθε η χ-ώρα.
Δεν ξέρω πώς αλλιώς να στο πω.
Αλλά νομίζω πως ήρθε το φθινόπωρο
κι έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο, εγώ τουλάχιστον.
Έχω ανάγκες που καλύπτοναι άνετα από την αγκαλιά σου.
Κι ένα σου τηλεφώνημα.
ίσως όμως τα φέρνει ο τόπος,
ίσως και το ταχυδρομικό περιστέρι που έμεινε να σημαδεύει μιαν άλλη εποχή,
στο γκρί και στο άσπρο των φτερών του.
Για χρόνια -μου λένε- πως σκορπίζομαι στους δρόμους,
ανήμπορη κι ανίκανη να μαζέψω την διαμελισμένη υπόστασή μου.
Αναρωτιέμαι πού τελειώνει αυτό το ανούσιο δόσιμο.
Αν είμαστε άφθαρτοι και αιώνιοι γιατί πονάω κάθε που φθείρεται η σάρκα ή τα οστά μου;
Γιατί βουβαίνει ο σφιχτός βρόχος μέσα μου χωρίς να λύνεται σε δάκρυ κάθαρσης;
Υπο/μονή -μου λένε- για όσο καιρό απλώνεται μπροστά μου,
για όσο κάνει η ανάρρωση να δέσει την ραγισμένη μου υπο-στήριξη.
Υπόμεινα την μοναχικότητα, αλλά όχι τη μοναξιά του κόσμου
κι αν νιώθω ότι βρίσκομαι σε αδιέξοδο
είναι γιατί χαζεύω πολλές ώρες την απεραντοσύνη της θάλασσας
και νοσταλγώ την ελευθερία μου.
Deus
ex
machina
Περιμένω το χέρι σου, να με τραβήξει σ' ένα χορό μεθυσμένο
να μοιραστούμε τις συγνώμες που χρωστάμε στον εαυτό μας
και στους αγαπημένους μας
κι ύστερα να ησυχάσουμε κάτω απ' την ξαστεριά
της αγκαλιάς που μας γέννησε.
Με συγχωρείς τώρα;
Ξέρω πως στο ζητώ κάπως αδέξια και κάπως άχρονα
αλλά νομίζω πως ήρθε η χ-ώρα.
Δεν ξέρω πώς αλλιώς να στο πω.
Αλλά νομίζω πως ήρθε το φθινόπωρο
κι έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο, εγώ τουλάχιστον.
Έχω ανάγκες που καλύπτοναι άνετα από την αγκαλιά σου.
Κι ένα σου τηλεφώνημα.
Comments
Post a Comment