Γύρισα σε παραλίες ανεξερεύνητες -περίπου-
και κάθησα κάμποσο κάτω από έναστρους ουρανούς μέσα στην αγκαλιά της άμμου.
Περπάτησα ξυπόλητη στην άγονη γη και στην ανώμαλη άσφαλτο
και ερωτεύτηκα την πλαγιά εκείνη με θέα προς τη θελκτική θάλασσα.
Απώλεσα τη λογική μου και αφέθηκα
στον παραλογισμό του χαρίζομαι.
Έσβησα τις μνήμες και κράτησα τις γλυκές αναμνήσεις στο στόμα
μου
πριν ξεδιψάσω με το τρεχούμενο νερό
από τις σταγόνες μιας αλλόκοτης μπόρας,
μιας ανομολόγητης πίκρας.
Και το δεκαπενταύγουστο στο βουνό
γνωρίστηκα με την αποκατάσταση της λήθης.
Α-λήθεια στο λέω να με ξεχάσεις.
Κι εγώ θα σε θυμάμαι
σαν ένα περαστικό χέρι στη μέση μου
κι ένα τσάκισμά της στον ήχο του αγαπημένου χορού.
και κάθησα κάμποσο κάτω από έναστρους ουρανούς μέσα στην αγκαλιά της άμμου.
Περπάτησα ξυπόλητη στην άγονη γη και στην ανώμαλη άσφαλτο
και ερωτεύτηκα την πλαγιά εκείνη με θέα προς τη θελκτική θάλασσα.
Απώλεσα τη λογική μου και αφέθηκα
στον παραλογισμό του χαρίζομαι.
Έσβησα τις μνήμες και κράτησα τις γλυκές αναμνήσεις στο στόμα
μου
πριν ξεδιψάσω με το τρεχούμενο νερό
από τις σταγόνες μιας αλλόκοτης μπόρας,
μιας ανομολόγητης πίκρας.
Και το δεκαπενταύγουστο στο βουνό
γνωρίστηκα με την αποκατάσταση της λήθης.
Α-λήθεια στο λέω να με ξεχάσεις.
Κι εγώ θα σε θυμάμαι
σαν ένα περαστικό χέρι στη μέση μου
κι ένα τσάκισμά της στον ήχο του αγαπημένου χορού.
Comments
Post a Comment