Θέλω να σ' ακούσω να μου λες πως σου έλειψα
τα χέρια μου γύρω από τη μέση σου, μέσα στα μαλλιά σου, πάνω σου.
Θέλω να μου πεις πόσα βράδια μετράς και κατευνάζεις επιθυμίες,
πόσες εκκωφαντικές σιωπές βυθίζεις στην άβυσσο, πόσα πρέπει, πόσα γιατί αναζητάς να σου δώσουν διέξοδο.
Θέλω να μετρήσουμε μαζί ως το άπειρο, να ξαναφτιάξουμε την αριθμητική
με τη δική μας λογική - κι ας είναι του παραλόγου.
Θέλω τις βραδιές μας να φωτίζει ένα ολόγιομο φεγγάρι, σαν κι αυτό που έφεγγε το δρόμο μας τις προάλλες, θέλω ελεύθερος και ευτυχισμένος να βαδίζεις πλάι μου.
Αναγνωρίζω πολλά κομμάτια μου πάνω σου:
την περηφάνια, τον εγωισμό, το αλλόγιστο δόσιμο.
Νιώθω πως ξέρω τί λες στον εαυτό σου τα βράδια για να τον πείσεις να κρατήσει
τις απαραίτητες αποστάσεις, ποια αδήριτη ανάγκη σε οδηγεί.
Ξέρω και το αποδέχομαι. Σε αποδέχομαι ακριβώς όπως είσαι.
Κι αν δεν μπορείς να το δεις αυτό, μικρέ μου μπουνταλά,
δεν έχω πολλά λόγια να σου πω για να σε πείσω.
Θέλω να μ΄εμπιστευτείς σαν να ήμουν κομμάτι σου,
σαν να ξεπήδησα από το αριστερό σου πλευρό -η αδυναμία σου.
Θέλω να ζωντανέψω κάθε στιγμή, να ζωγραφίσω κάθε φωτεινή λεπτομέρεια,
να τραγουδήσω κάθε μελωδία που θα σε φέρει κοντά μου.
Νοσταλγώ τη ζεστασιά που μου προσφέρει η παρουσία σου,
και την ασφάλεια που νιώθω όταν με παίρνεις μέσα στην αγκαλιά σου.
Κι αν σου μιλούσα γι' αναπόδραστα συναισθήματα κι ανομολόγητες επιθυμίες
θα με βοηθούσε να σύρω τ' όνειρο
στη διάσταση που του αρμόζει;
Μιας που η κατά συνθήκη επικοινωνία μας είναι μονόδρομη,
μιας και ο γραπτός μου λόγος επιχειρεί ν' αποσπάσει μια ομολογία στάσης κι όχι μια στιγμιαία αντίδραση
και μιας που η παρρησία είναι κάτι περισσότερο από μια λέξη
σε προσκαλώ να με ακούσεις,
κι ύστερα, στο δικό σου χρόνο, να μ' απαντήσεις.
τα χέρια μου γύρω από τη μέση σου, μέσα στα μαλλιά σου, πάνω σου.
Θέλω να μου πεις πόσα βράδια μετράς και κατευνάζεις επιθυμίες,
πόσες εκκωφαντικές σιωπές βυθίζεις στην άβυσσο, πόσα πρέπει, πόσα γιατί αναζητάς να σου δώσουν διέξοδο.
Θέλω να μετρήσουμε μαζί ως το άπειρο, να ξαναφτιάξουμε την αριθμητική
με τη δική μας λογική - κι ας είναι του παραλόγου.
Θέλω τις βραδιές μας να φωτίζει ένα ολόγιομο φεγγάρι, σαν κι αυτό που έφεγγε το δρόμο μας τις προάλλες, θέλω ελεύθερος και ευτυχισμένος να βαδίζεις πλάι μου.
Αναγνωρίζω πολλά κομμάτια μου πάνω σου:
την περηφάνια, τον εγωισμό, το αλλόγιστο δόσιμο.
Νιώθω πως ξέρω τί λες στον εαυτό σου τα βράδια για να τον πείσεις να κρατήσει
τις απαραίτητες αποστάσεις, ποια αδήριτη ανάγκη σε οδηγεί.
Ξέρω και το αποδέχομαι. Σε αποδέχομαι ακριβώς όπως είσαι.
Κι αν δεν μπορείς να το δεις αυτό, μικρέ μου μπουνταλά,
δεν έχω πολλά λόγια να σου πω για να σε πείσω.
Θέλω να μ΄εμπιστευτείς σαν να ήμουν κομμάτι σου,
σαν να ξεπήδησα από το αριστερό σου πλευρό -η αδυναμία σου.
Θέλω να ζωντανέψω κάθε στιγμή, να ζωγραφίσω κάθε φωτεινή λεπτομέρεια,
να τραγουδήσω κάθε μελωδία που θα σε φέρει κοντά μου.
Νοσταλγώ τη ζεστασιά που μου προσφέρει η παρουσία σου,
και την ασφάλεια που νιώθω όταν με παίρνεις μέσα στην αγκαλιά σου.
Κι αν σου μιλούσα γι' αναπόδραστα συναισθήματα κι ανομολόγητες επιθυμίες
θα με βοηθούσε να σύρω τ' όνειρο
στη διάσταση που του αρμόζει;
Μιας που η κατά συνθήκη επικοινωνία μας είναι μονόδρομη,
μιας και ο γραπτός μου λόγος επιχειρεί ν' αποσπάσει μια ομολογία στάσης κι όχι μια στιγμιαία αντίδραση
και μιας που η παρρησία είναι κάτι περισσότερο από μια λέξη
σε προσκαλώ να με ακούσεις,
κι ύστερα, στο δικό σου χρόνο, να μ' απαντήσεις.
Comments
Post a Comment