Ήμουν καθισμένη στη σκιά και περίμενα να καώ από τον ήλιο.
Δεν ξέρω γιατί αναζητούσα τόσο επίμονα το ανέφικτο αυτό κάψιμο,
την μυρωδιά της φωτιάς που δεν έβρισκα πια μέσα μου.
Ίσως περίμενα να γίνω πύρινη κι ας ήξερα πως ήμουν από καιρό χαμένη
πνιγμένη στον ωκεανό από δάκρυα που μάζευα και δεν άφησα ποτέ
να μου ξεφύγουν.
Ύστερα άρχισα να παίζω με τις σκιές, με το σκοτάδι και τις παρομορφώσεις
που σου αποκαλύπτει μια χαραμάδα φωτός
μια υποψία, ίσα να μην μπορείς να κοιμηθείς τα βράδια.
Και το φεγγάρι όχι ερωμένη, όχι κρυφή πληγή
αλλά φως αλλόκοσμο ελευθερίας,
λίμνη για να λουστείς στα νερά της, να ονειρευτείς και να ανοίξεις το στόμα για να φιλήσεις αχόρταγα, αφού ποτέ δεν είναι αρκετό.
Εύχομαι ο εφιάλτης που με ακολουθεί να διαλυθεί στο φως των φεγγαριών
που χαιρετίζω.
Comments
Post a Comment