Επαναλαμβάνω μήπως και το πιστέψω.
Αλλά μπα.
Δε νομίζω πιά. Είμαι ΣΙΓΟΥΡΗ!
Σου πήρα ένα μολύβι και ταραταντζούμ να μια μολυβοθήκη για να ΄χεις σέτ. Είμαι ζέν.
Δεν μπορώ να θυμηθώ τί ήσουν εσύ σήμερα πιο πολύ: ζωντανά χαρούμενος ή χαμογελαστά ζωντανός; Πάντως μου άρεσες! Πιο πολύ από ποτέ! Κι εγώ, είπες, σου έφτιαξα τη μέρα.
-δεν είναι δα και λίγο πράγμα!-
Μακάρι να μπορούσα να κρατούσα την ανάμνηση αυτή με την ίδια γεύση που 'χω τώρα.
Αγόρασα και γραφομηχανή να γράψω για μάς.
Για το πώς περιμένω να βγείς από το γραφείο σου με τα ρούχα της δουλειάς
και ξάφνου έρχεσαι καθυστερημένος απ΄ έξω με το πιο λαμπρό βλέμμα.
Να ρισκάρω λέω αλλά η αίσθηση του κενού όταν πάρεις τη δύναμη να κάνεις το κρίσιμο βήμα είναι πιο καλά να συνοδεύεται με τη βεβαιότητα ότι θα προσγειωθείς στην αγκαλιά της θάλασσας και δεν θα σκάσεις στα βράχια που φυτρώνουν γύρω*
Να βλεπα πάλι τα σύννεφα σαν πεταλούδες και λαγουδάκια και χελιδόνια νομάδες και χρώματα.
Στέκομαι απ' έξω απο σένα και από μένα σχεδόν, με καρδιά γεμάτη διαρκή αγωνία.
Γιατί μη με ρωτάς δεν ξέρω.
Να θυμηθώ μονάχα να γίνω πρωταθλητής σ' αυτό που ακόμα δεν έχω βρεί να κάνω. ("...στο στίβο της ζωής, βγαίνω για ψάρεμα..")
Να ζηλέψω, όσο πιο τίμια γίνεται, ν απογοητευτώ, να νοσταλγήσω τους παλιούς αγαπημένους που είναι ευαίσθητοι και που χάθηκαν γιατί δεν άντεχαν την απόσταση, να νιώσω και γώ δεν ξέρω τί. Ίσως το φόβο να αποκλείσω, να σταθώ ευτυχής.
Μ' έχει πλακώσει και μια ευαισθησία άλλο πράμα, εδώ και κάτι λίγους μήνες νομίζω.
Τώρα που αντιμετώπισα τη μοναξιά, μαμά μου αυτό φοβόμουν, σου μοιάζω λές όλο και πιο πολύ.
Αλλά μπα.
Δε νομίζω πιά. Είμαι ΣΙΓΟΥΡΗ!
Σου πήρα ένα μολύβι και ταραταντζούμ να μια μολυβοθήκη για να ΄χεις σέτ. Είμαι ζέν.
Δεν μπορώ να θυμηθώ τί ήσουν εσύ σήμερα πιο πολύ: ζωντανά χαρούμενος ή χαμογελαστά ζωντανός; Πάντως μου άρεσες! Πιο πολύ από ποτέ! Κι εγώ, είπες, σου έφτιαξα τη μέρα.
-δεν είναι δα και λίγο πράγμα!-
Μακάρι να μπορούσα να κρατούσα την ανάμνηση αυτή με την ίδια γεύση που 'χω τώρα.
Αγόρασα και γραφομηχανή να γράψω για μάς.
Για το πώς περιμένω να βγείς από το γραφείο σου με τα ρούχα της δουλειάς
και ξάφνου έρχεσαι καθυστερημένος απ΄ έξω με το πιο λαμπρό βλέμμα.
Να ρισκάρω λέω αλλά η αίσθηση του κενού όταν πάρεις τη δύναμη να κάνεις το κρίσιμο βήμα είναι πιο καλά να συνοδεύεται με τη βεβαιότητα ότι θα προσγειωθείς στην αγκαλιά της θάλασσας και δεν θα σκάσεις στα βράχια που φυτρώνουν γύρω*
Να βλεπα πάλι τα σύννεφα σαν πεταλούδες και λαγουδάκια και χελιδόνια νομάδες και χρώματα.
Στέκομαι απ' έξω απο σένα και από μένα σχεδόν, με καρδιά γεμάτη διαρκή αγωνία.
Γιατί μη με ρωτάς δεν ξέρω.
Να θυμηθώ μονάχα να γίνω πρωταθλητής σ' αυτό που ακόμα δεν έχω βρεί να κάνω. ("...στο στίβο της ζωής, βγαίνω για ψάρεμα..")
Να ζηλέψω, όσο πιο τίμια γίνεται, ν απογοητευτώ, να νοσταλγήσω τους παλιούς αγαπημένους που είναι ευαίσθητοι και που χάθηκαν γιατί δεν άντεχαν την απόσταση, να νιώσω και γώ δεν ξέρω τί. Ίσως το φόβο να αποκλείσω, να σταθώ ευτυχής.
Μ' έχει πλακώσει και μια ευαισθησία άλλο πράμα, εδώ και κάτι λίγους μήνες νομίζω.
Τώρα που αντιμετώπισα τη μοναξιά, μαμά μου αυτό φοβόμουν, σου μοιάζω λές όλο και πιο πολύ.
Comments
Post a Comment