Θέλω να σ' ακούσω να μου λες πως σου έλειψα τα χέρια μου γύρω από τη μέση σου, μέσα στα μαλλιά σου, πάνω σου. Θέλω να μου πεις πόσα βράδια μετράς και κατευνάζεις επιθυμίες, πόσες εκκωφαντικές σιωπές βυθίζεις στην άβυσσο, πόσα πρέπει, πόσα γιατί αναζητάς να σου δώσουν διέξοδο. Θέλω να μετρήσουμε μαζί ως το άπειρο, να ξαναφτιάξουμε την αριθμητική με τη δική μας λογική - κι ας είναι του παραλόγου. Θέλω τις βραδιές μας να φωτίζει ένα ολόγιομο φεγγάρι, σαν κι αυτό που έφεγγε το δρόμο μας τις προάλλες, θέλω ελεύθερος και ευτυχισμένος να βαδίζεις πλάι μου. Αναγνωρίζω πολλά κομμάτια μου πάνω σου: την περηφάνια, τον εγωισμό, το αλλόγιστο δόσιμο. Νιώθω πως ξέρω τί λες στον εαυτό σου τα βράδια για να τον πείσεις να κρατήσει τις απαραίτητες αποστάσεις, ποια αδήριτη ανάγκη σε οδηγεί. Ξέρω και το αποδέχομαι. Σε αποδέχομαι ακριβώς όπως είσαι. Κι αν δεν μπορείς να το δεις αυτό, μικρέ μου μπουνταλά, δεν έχω πολλά λόγια να σου πω για να σε πείσω. Θέλω να μ΄εμπιστευτείς σαν να ήμουν
φρενώσω δ' οὐκέτ' ἐξ αἰνιγμάτων