Ξέχασα πώς κοιτούσα τον ουρανό όταν ήμουν μικρή. Κάποτε, θυμάμαι μια ανάμνηση και αρχίζω να ψηλαφώ τις πληγές και περιμένω κάμποσο για να αναβλύσει το αίμα μου όπως παλιά. Αρχαία αισθήματα ποτισμένα μ' εμμονές και παράνοιες και σκοτάδι. Τα σχήματα αλλάζουν τις μορφές απ' τα σύννεφα μακραίνουν και ξεδιπλώνουν και διαλύονται. Όπως και όσα έθαψα μέσα μου. Αλλά κάποιες βραδιές, μέσα στη νύχτα ένα ίχνος από αχτίνα που ξεστράτισε φωτίζει έτσι ωστε να ενοχλεί την ηρεμία των σπλάχνων μου. Μ' ανακατεύει με τα δάχτυλα, με παιδεύει και κάθεται ύστερα να με κοιτάζει με ευχαρίστηση και να γελάει μαζί μου.
φρενώσω δ' οὐκέτ' ἐξ αἰνιγμάτων